Ο Γιώργος Λάνθιμος δεν είναι άγνωστος στους διεθνείς φεστιβαλικούς κύκλους κι αποσπά ακόμα μια διάκριση, καθώς οι κριτικοί των New York Times τον συμπεριέλαβαν σε ένα αφιέρωμα με τίτλο «20 Directors to Watch», επικεντρωμένο στους πιο αξιόλογους ανερχόμενους σκηνοθέτες του παγκόσμιου σινεμά.
Ανάμεσα σε ονόματα όπως αυτά των Μπεν Τσάιτλιν, Τζέι Σι Τσάντορ, Σάρα Πόλεϊ, Γιοακίμ Τρίερ, Κορνέλιου Παρουμπόϊου, οι έμπειροι κριτικοί Α. Ο. Σκοτ και Μανόλα Ντάρτζις επιλέγουν και τον Έλληνα κινηματογραφιστή σε μια dream team νέων δημιουργών που είναι ικανοί να αποδείξουν ότι «όσο τρομακτική είναι η ποσότητα του σύγχρονου σινεμά τόσο συναρπαστική μπορεί να αποδειχτεί η ποιότητά του».
«Ο κόσμος των ταινιών του είναι πολύ παράξενος αλλά την ίδια στιγμή αλλόκοτα αναγνωρίσιμος. Δεν είναι ένας τόπος φαντασίας ή αλληγορίας, αλλά περισσότερο μια ζώνη πιθανοτήτων που προωθεί από μια παράξενη γωνία αυτό που θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε ως πραγματικότητα. Δεν εξηγεί τα σουρεαλιστικά του αποκυήματα, αλλά τα παρουσιάζει με ρεαλισμό, σα να γυρνούσε σε ντοκιμαντέρ τα όνειρά του. Ή, ίσως, τους εφιάλτες ενός ολόκληρου πολιτισμού» αναφέρει ο Σκοτ για το σκηνοθέτη του «Κυνόδοντα» και των «Άλπεων».
Παρόλο που ο κριτικός δε βλέπει άμεσο συσχετισμό ανάμεσα στην κατάσταση της Ελλάδας και τις ταινίες του Λάνθιμου, τον κατατάσσει σε «μια γενιά Ελλήνων κινηματογραφιστών που απέκτησαν ταυτότητα μέσα σε μια περίοδο βαθιάς και τρομακτικής κρίσης. Και η αίσθηση δυσφορίας που έχει κανείς όταν ζει μέσα σε συνθήκες κενών νοημάτων και κατεσχημένων πιθανοτήτων στοιχειώνει τους χαρακτήρες του ειδικά τους πιο νέους» συμπληρώνει το άρθρο, που ανιχνεύει πάντως μέσα στο δυστοπικό σύμπαν των ταινιών του έναν «κοσμοπολιτισμό με αίσθηση του χιούμορ» και έναν «ανθρωπισμό μελαγχολίας».
Το κείμενο αναφέρεται και στην επόμενη δουλειά του Λάνθιμου, το γυρισμένο στην Αγγλία «Lobster» επάνω στο οποίο δουλεύει αυτόν τον καιρό, κάνει λόγο για τη συνεργασία του με τις επίσης αναγνωρισμένες Αθηνά Τσαγγάρη και Αριάν Λαμπέντ κι επιβεβαιώνει ότι οι νέοι Έλληνες κινηματογραφιστές καταλαμβάνουν σιγά σιγά τη θέση που τους αξίζει στο παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη.
Ανθή Νταουσάνη-e-go.gr/cinemag
Ανάμεσα σε ονόματα όπως αυτά των Μπεν Τσάιτλιν, Τζέι Σι Τσάντορ, Σάρα Πόλεϊ, Γιοακίμ Τρίερ, Κορνέλιου Παρουμπόϊου, οι έμπειροι κριτικοί Α. Ο. Σκοτ και Μανόλα Ντάρτζις επιλέγουν και τον Έλληνα κινηματογραφιστή σε μια dream team νέων δημιουργών που είναι ικανοί να αποδείξουν ότι «όσο τρομακτική είναι η ποσότητα του σύγχρονου σινεμά τόσο συναρπαστική μπορεί να αποδειχτεί η ποιότητά του».
«Ο κόσμος των ταινιών του είναι πολύ παράξενος αλλά την ίδια στιγμή αλλόκοτα αναγνωρίσιμος. Δεν είναι ένας τόπος φαντασίας ή αλληγορίας, αλλά περισσότερο μια ζώνη πιθανοτήτων που προωθεί από μια παράξενη γωνία αυτό που θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε ως πραγματικότητα. Δεν εξηγεί τα σουρεαλιστικά του αποκυήματα, αλλά τα παρουσιάζει με ρεαλισμό, σα να γυρνούσε σε ντοκιμαντέρ τα όνειρά του. Ή, ίσως, τους εφιάλτες ενός ολόκληρου πολιτισμού» αναφέρει ο Σκοτ για το σκηνοθέτη του «Κυνόδοντα» και των «Άλπεων».
Παρόλο που ο κριτικός δε βλέπει άμεσο συσχετισμό ανάμεσα στην κατάσταση της Ελλάδας και τις ταινίες του Λάνθιμου, τον κατατάσσει σε «μια γενιά Ελλήνων κινηματογραφιστών που απέκτησαν ταυτότητα μέσα σε μια περίοδο βαθιάς και τρομακτικής κρίσης. Και η αίσθηση δυσφορίας που έχει κανείς όταν ζει μέσα σε συνθήκες κενών νοημάτων και κατεσχημένων πιθανοτήτων στοιχειώνει τους χαρακτήρες του ειδικά τους πιο νέους» συμπληρώνει το άρθρο, που ανιχνεύει πάντως μέσα στο δυστοπικό σύμπαν των ταινιών του έναν «κοσμοπολιτισμό με αίσθηση του χιούμορ» και έναν «ανθρωπισμό μελαγχολίας».
Το κείμενο αναφέρεται και στην επόμενη δουλειά του Λάνθιμου, το γυρισμένο στην Αγγλία «Lobster» επάνω στο οποίο δουλεύει αυτόν τον καιρό, κάνει λόγο για τη συνεργασία του με τις επίσης αναγνωρισμένες Αθηνά Τσαγγάρη και Αριάν Λαμπέντ κι επιβεβαιώνει ότι οι νέοι Έλληνες κινηματογραφιστές καταλαμβάνουν σιγά σιγά τη θέση που τους αξίζει στο παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη.
Ανθή Νταουσάνη-e-go.gr/cinemag
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου